ΨΑΛΜΟΣ 82 – ΠΡΟΣΕΥΧΗ ΤΟΥ ΛΑΟΥ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΟΤΑΝ ΤΟΝ ΑΠΕΙΛΟΥΝ ΟΙ ΕΧΘΡΟΙ ΤΟΥ

Κάθισμα 11

1 ᾨδὴ ψαλμοῦ τῷ Ἀσάφ.

2 Ὁ Θεὸς, τίς ὁμοιωθήσεταί σοι; μὴ σιγήσῃς μηδὲ καταπραΰνῃς, ὁ Θεός·

3 ὅτι ἰδοὺ οἱ ἐχθροί σου ἤχησαν, καὶ οἱ μισοῦντές σε ᾖραν κεφαλήν,

4 ἐπὶ τὸν λαόν σου κατεπανουργεύσαντο γνώμην καὶ ἐβουλεύσαντο κατὰ τῶν ἁγίων σου·

5 εἶπαν· δεῦτε καὶ ἐξολοθρεύσωμεν αὐτοὺς ἐξ ἔθνους, καὶ οὐ μὴ μνησθῇ τὸ ὄνομα Ἰσραὴλ ἔτι.

6 ὅτι ἐβουλεύσαντο ἐν ὁμονοίᾳ ἐπὶ τὸ αὐτό, κατὰ σοῦ διαθήκην διέθεντο

7 τὰ σκηνώματα τῶν Ἰδουμαίων καὶ οἱ Ἰσμαηλῖται, Μωὰβ καὶ οἱ Ἀγαρηνοί,

8 Γεβὰλ καὶ Ἀμμὼν καὶ Ἀμαλὴκ καὶ ἀλλόφυλοι μετὰ τῶν κατοικούντων Τύρον.

9 καὶ γὰρ καὶ Ἀσσοὺρ συμπαρεγένετο μετ᾿ αὐτῶν, ἐγενήθησαν εἰς ἀντίληψιν τοῖς υἱοῖς Λώτ. (διάψαλμα).

10 ποίησον αὐτοῖς ὡς τῇ Μαδιὰμ καὶ τῷ Σισάρᾳ, ὡς τῷ Ἰαβεὶμ ἐν τῷ χειμάῤῥῳ Κεισών·

11 ἐξωλοθρεύθησαν ἐν Ἀενδώρ, ἐγενήθησαν ὡσεὶ κόπρος τῇ γῇ.

12 θοῦ τοὺς ἄρχοντας αὐτῶν ὡς τὸν Ὠρὴβ καὶ Ζὴβ καὶ Ζεβεὲ καὶ Σαλμανὰ πάντας τοὺς ἄρχοντας αὐτῶν,

13 οἵτινες εἶπαν· Κληρονομήσωμεν ἑαυτοῖς τὸ ἁγιαστήριον τοῦ Θεοῦ.

14 ὁ Θεός μου, θοῦ αὐτοὺς ὡς τροχόν, ὡς καλάμην κατὰ πρόσωπον ἀνέμου·

15 ὡσεὶ πῦρ, ὃ διαφλέξει δρυμόν, ὡσεὶ φλόξ, ἣ κατακαύσει ὄρη,

16 οὕτως καταδιώξεις αὐτοὺς ἐν τῇ καταιγίδι σου, καὶ ἐν τῇ ὀργῇ σου συνταράξεις αὐτούς.

17 πλήρωσον τὰ πρόσωπα αὐτῶν ἀτιμίας, καὶ ζητήσουσι τὸ ὄνομά σου, Κύριε.

18 αἰσχυνθήτωσαν καὶ ταραχθήτωσαν εἰς τὸν αἰῶνα τοῦ αἰῶνος καὶ ἐντραπήτωσαν καὶ ἀπολέσθωσαν

19 καὶ γνώτωσαν ὅτι ὄνομά σοι Κύριος· σὺ μόνος Ὕψιστος ἐπὶ πᾶσαν τὴν γῆν.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Ἡ δικαιοσύνη τοῦ Θεοῦ.
α2 Γιά νά μήν ἀδικοῦν οἱ δικαστές τούς ἀθώους.
β Ὅταν οἱ ἐχθροί θέλουν νά βεβηλώσουν τόν οἶκο τοῦ Θεοῦ ἐσύ νά προσευχηθῆς μέ αὐτόν τόν ψ. καί νά ἐλπίζης στά λόγια του.
γ Γιά νά ἐμποδίση ὁ Θεός τούς κακούς ἀνθρώπους πού θέλουν νά κάνουν δολοφονίες.
θ “Ἐν θλίψει ἕνεκα διωγμῶν”.

Μετάφραση – Ερμηνεία

1 –
1 Ωδή ψαλμού του Ασάφ.

2 Ω Θεέ μου, ποιός είναι δυνατόν να συγκριθή και αντιπαραβληθή με σένα; Δι’ αυτό, ως παντοδύναμος και πάνσοφος που είσαι, μη μένης σιωπηλός, μηδέ καταπραΰνης και μη αφήσης ανεκδήλωτον την δικαίαν σου οργήν, ω Θεέ μου.
2 Θεέ, μη μένεις σιωπηλός! Μη σιγάς και μην ησυχάζεις, Θεέ!

3 Διότι οι εχθροί μας, που είναι και ιδικοί σου εχθροί, εξέσπασαν εις οχλοβοήν πολεμικήν και οι μισούντες σε εσήκωσαν υπερήφανον την κεφαλήν των εναντίον μας.
3 Γιατί νάτοι, οι εχθροί σου θορυβούν· αυτοί που σε μισούν σηκώνουν το κεφάλι.

4 Συνέλαβαν και κατέστρωσαν πανούργα σχέδια εναντίον του λαού σου. Ελαβαν ολεθρίας αποφάσεις εναντίον των αγίων σου Ισραηλιτών.
4 Πανούργα σχέδια καταστρώνουν εναντίον του λαού σου, και συζητούν ενάντια σ’ αυτούς που προστατεύεις.

5 Απεφάσισαν και είπαν μεταξύ των· Ελάτε να τους εξολοθρεύσωμεν, ώστε να παύσουν να αποτελούν έθνος και κανείς να μη ενθυμήται πλέον το όνομα των Ισραηλιτών.
5 Είπαν: «Εμπρός, ας τους εξαφανίσουμε σαν έθνος· και πια ας μη μνημονεύεται τ’ όνομα του Ισραήλ».

6 Μη μείνης αδιάφορος, Κυριε, διότι αυτοί από κοινού και εκ συστάσεως με μίαν καρδίαν όλοι των απεφάσισαν την καταστροφήν μας. Υπέγραψαν ένορκον συμφωνίαν εναντίον σου.
6 Ομόφωνα το σκέφτηκαν και συμμαχία κάναν’ εναντίον σου.

7 Αυτοί οι εχθροί μας είναι οι σκηνίται, οι Ιδουμαίοι, οι Ισμαηλίται, οι Μωαβίται και οι Αγαρηνοί.
7 Είναι οι Εδωμίτες κι οι Ισμαηλίτες, οι Μωαβίτες κι οι Αγαρηνοί,

8 Οι της φυλής Γεβάλ και Αμμών και Αμαλήκ, οι Φιλισταίοι και οι κάτοικοι της Τυρου.
8 ο λαός του Γεβάλ, οι Αμμωνίτες κι οι Αμαληκίτες.

9 Αλλά και οι Ασσύριοι συνετάχθησαν και ήλθον με το μέρος αυτών. Εβοήθησαν τους απογόνους του Λωτ εναντίον μας, τους Μωαβίτας και Αμμωνίτας.
9 Μαζί τους συμμαχήσαν κι οι Ασσύριοι, τους απογόνους να ενισχύσουνε του Λωτ. (Διάψαλμα)

10 Πράξε εναντίον αυτών ο,τι άλλοτε έκαμες εναντίον των Μαδιανιτών, εναντίον του σκληρού στρατηγού των Σισάρα και του βασιλέως Ιαβείν εις τον χείμαρρον Κεισών.
10 Κάνε σ’ αυτούς, Θεέ, ό,τι στους Μαδιανίτες, ό,τι στο Σίσερα, ό,τι και στον Ιαβίν, στο χείμαρρο Κισών.

11 Εκείνοι εξωλοθρεύθησαν δια της δικαίας σου οργής εις Αενδώρ και τα σώματά των έγιναν κόπρος και λίπασμα της γης.
11 Ξολοθρευτήκαν στην Εν-Δωρ· της γης έγιναν λίπασμα.

12 Ολους τους άρχοντας αυτών θέσε τους εις την αυτήν μοίραν και τιμώρησέ τους, όπως δια του Γεδεών εξωλόθρευσας τον Ωρήβ και Ζηβ και Ζεβεέ και Σαλμανά, όλους τους άρχοντας των Μαδιανιτών·
12 Τους άρχοντές τους κάνε τους σαν τον Ωρήβ και το Ζεέβ· κι όλους τους αρχηγούς τους σαν τον Ζεβάχ και σαν το Σαλμουννά.

13 αυτών, οι οποίοι είπαν· Ας κατακτήσωμεν ως ιδικήν μας κληρονομίαν και εις όφελος του εαυτού μας τον άγιον τόπον, τον ναόν και το θυσιαστήριον του Θεού.
13 Αυτοί είχαν πει: «Δική μας θα την κάνουμε τη χώρα που ανήκει στο Θεό».

14 Ω Θεέ μου, κάμε τους ωσάν ανεμοστρόβιλον, ώστε να μη ημπορούν να σταθούν πουθενά. Καμε τους ωσάν το ξηρόν άχυρον, που το φυσά και το διασκορπίζει ο άνεμος.
14 Θεέ μου, κάν’ τους σαν το γαϊδουράγκαθο, σαν το άχυρο στον άνεμο,

15 Κατάκαυσέ τους, όπως η πυρκαϊά κατακαίει τα δάση του δρυμού, όπως μια μεγάλη φλόγα κατακαίει τα κατάφυτα όρη.
15 σαν τη φωτιά που κατακαίει το δάσος και σαν τη φλόγα που λαμπαδιάζει τα βουνά.

16 Ετσι και συ, Κυριε, καταδίωξέ τους εις την καταιγίδα της οργής σου, αναστάτωσέ τους και συγκλόνισέ τους επάνω στον δίκαιον θυμόν σου.
16 Έτσι κατάδιωξέ τους με την καταιγίδα σου· με την ανεμοθύελλά σου τρόμαξέ τους.

17 Γέμισε τα πρόσωπά των με καταισχύνην και εξευτελισμόν, ώστε να αναγκασθούν να επικαλεσθούν το όνομά σου, Κυριε.
17 Γέμισε με ντροπή τα πρόσωπά τους, για να γυρέψουν τ’ όνομά σου, Κύριε.

18 Ας κατεντροπιασθούν, ας αναστατωθούν δια μέσου όλων των αιώνων, ας εντροπιαοθούν και ας εξολοθρευθούν.
18 Ας ντροπιαστούν κι ας ταραχτούν για πάντα, κι ατιμωμένοι ας καταστραφούν.

19 Ας αναγνωρίσουν αυτοί, ότι το όνομά σου είναι Κυριος, ότι συ είσαι ο μοναδικός και Υψιστος Κυριος εις όλην την γην.
19 Κι ας μάθουν ότι μόνο εσύ έχεις τ’ όνομα «Κύριος», είσαι ο Ύψιστος σ’ ολόκληρη τη γη.