ΨΑΛΜΟΣ 79 – ΟΔΗΓΗΤΗ ΤΟΥ ΙΣΡΑΗΛ ΑΚΟΥ ΜΕ ΠΡΟΣΟΧΗ

Κάθισμα 11

1 Εἰς τὸ τέλος, ὑπὲρ τῶν ἀλλοιωθησομένων· μαρτύριον τῷ Ἀσάφ, ψαλμὸς ὑπὲρ τοῦ Ἀσσυρίου.

2 Ὁ ποιμαίνων τὸν Ἰσραήλ, πρόσχες, ὁ ὁδηγῶν ὡσεὶ πρόβατα τὸν Ἰωσήφ. ὁ καθήμενος ἐπὶ τῶν Χερουβίμ, ἐμφάνηθι.

3 ἐναντίον Ἐφραὶμ καὶ Βενιαμὶν καὶ Μανασσῆ ἐξέγειρον τὴν δυναστείαν σου καὶ ἐλθὲ εἰς τὸ σῶσαι ἡμᾶς.

4 ὁ Θεός, ἐπίστρεψον ἡμᾶς καὶ ἐπίφανον τὸ πρόσωπόν σου καὶ σωθησόμεθα.

5 Κύριε ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων, ἕως πότε ὀργίζῃ ἐπὶ τὴν προσευχὴν τῶν δούλων σου;

6 ψωμιεῖς ἡμᾶς ἄρτον δακρύων; καὶ ποτιεῖς ἡμᾶς ἐν δάκρυσιν ἐν μέτρῳ;

7 ἔθου ἡμᾶς εἰς ἀντιλογίαν τοῖς γείτοσιν ἡμῶν, καὶ οἱ ἐχθροὶ ἡμῶν ἐμυκτήρισαν ἡμᾶς.

8 Κύριε ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων, ἐπίστρεψον ἡμᾶς καὶ ἐπίφανον τὸ πρόσωπόν σου, καὶ σωθησόμεθα. (διάψαλμα).

9 ἄμπελον ἐξ Αἰγύπτου μετῇρας, ἐξέβαλες ἔθνη καὶ κατεφύτευσας αὐτήν·

10 ὡδοποίησας ἔμπροσθεν αὐτῆς καὶ κατεφύτευσας τὰς ῥίζας αὐτῆς, καὶ ἐπλήρωσε τὴν γῆν.

11 ἐκάλυψεν ὄρη ἡ σκιὰ αὐτῆς καὶ αἱ ἀναδενδράδες αὐτῆς τὰς κέδρους τοῦ Θεοῦ·

12 ἐξέτεινε τὰ κλήματα αὐτῆς ἕως θαλάσσης καὶ ἕως ποταμῶν τὰς παραφυάδας αὐτῆς.

13 ἱνατί καθεῖλες τὸν φραγμὸν αὐτῆς καὶ τρυγῶσιν αὐτὴν πάντες οἱ παραπορευόμενοι τὴν ὁδόν;

14 ἐλυμήνατο αὐτὴν ὗς ἐκ δρυμοῦ, καὶ μονιὸς ἄγριος κατενεμήσατο αὐτήν.

15 ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων, ἐπίστρεψον δή, καὶ ἐπίβλεψον ἐξ οὐρανοῦ καὶ ἴδε καὶ ἐπίσκεψαι τὴν ἄμπελον ταύτην

16 καὶ κατάρτισαι αὐτήν, ἣν ἐφύτευσεν ἡ δεξιά σου, καὶ ἐπὶ υἱὸν ἀνθρώπου, ὃν ἐκραταίωσας σεαυτῷ.

17 ἐμπεπυρισμένη πυρὶ καὶ ἀνεσκαμμένη· ἀπὸ ἐπιτιμήσεως τοῦ προσώπου σου ἀπολοῦνται.

18 γενηθήτω ἡ χείρ σου ἐπ᾿ ἄνδρα δεξιᾶς σου καὶ ἐπὶ υἱὸν ἀνθρώπου, ὃν ἐκραταίωσας σεαυτῷ·

19 καὶ οὐ μὴ ἀποστῶμεν ἀπὸ σοῦ, ζωώσεις ἡμᾶς, καὶ τὸ ὄνομά σου ἐπικαλεσόμεθα.

20 Κύριε ὁ Θεὸς τῶν δυνάμεων, ἐπίστρεψον ἡμᾶς καὶ ἐπίφανον τὸ πρόσωπόν σου, καὶ σωθησόμεθα.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Ἡ Ἱεροσουλήμ σέ ἐρείπια.
α2 Σέ εἰλικρινή μετάνοια.
Γιά νά φύγουν οἱ ἐχθροί μας ἄπρακτοι.
γ Γιά νά θεραπεύση ὁ Θεός τόν ἄνθρωπο, ὅταν πρήζεται τό πρόσωπό τους καί πονάη ὅλο τό κεφάλι του.
στ Προσευχή γιά τόν ὑπό δοκιμασία πνευματικό ἀμπελῶνα τοῦ Κυρίου.
θ “Ἐν θλίψει ἕνεκα διωγμῶν”.

Μετάφραση – Ερμηνεία

1 –
1 Για τον πρωτοψάλτη· όπως το «σωσανίμ-εδούθ» (τα κρίνα είναι μάρτυρες). Ψαλμός του Ασάφ.

2 Συ, ο οποίος ως καλός και στοργικός ποιμήν προστατεύεις και καθοδηγείς τον ισραηλιτικόν λαόν, ιδέ και δώσε προσοχήν εις την συμφοράν, που μας ευρήκε. Συ, ο οποίος οδηγείς ως ιδικά σου πρόβατα την φυλήν του Ιωσήφ, κάθησε ως επί θρόνου επάνω εις τα Χερουβίμ, δείξε φανερά την προστασίαν σου.
2 Οδηγητή του Ισραήλ, άκου μέ προσοχή, εσύ, που κατευθύνεις σαν κοπάδι τους απογόνους του Ιωσήφ· εσύ, που ’χεις το θρόνο σου πάνω στα χερουβίμ, αποκαλύψου!

3 Εμφανίσου πρόμαχος εμπρός εις τας φυλάς Εφραίμ και Βενιαμίν και Μανασσή, που ταλαιπωρούνται από τας επιδρομάς των Ασσυρίων. Θέσε εις ενέργειαν την ακατανίκητον δύναμίν σου και έλα ταχέως, δια να μας σώσης.
3 Μπρος στον Εφραΐμ και στον Βενιαμίν και μπρος στο Μανασσή, ξύπνα τη δύναμή σου και έλα να μας σώσεις.

4 Κυριε ο Θεός, αποκατάστησέ μας ελευθέρους και ασφαλείς εις την χώραν μας, δείξε ευμενές το πρόσωπόν σου προς ημάς και έτσι ημείς θα σωθώμεν από τον πλήρη όλεθρον.
4 Θεέ, φέρε μας πίσω, το πρόσωπό σου ας λάμψει και θα σωθούμε.

5 Κυριε και Θεέ των επουρανίων και επιγείων δυνάμεων, έως πότε θα οργίζεσαι εναντίον μας, εναντίον δε και αυτής της προσευχής των δούλων σου;
5 Κύριε, του σύμπαντος Θεέ, ως πότε θα κρατά η οργή σου ενάντια στο λαό σου που προσεύχεται;

6 Εως πότε θα μας δίδης αντί άρτου δάκρυα και αντί ύδατος θα μας ποτίζης με πλήρες, κατά την δίκαίαν σου κρίσιν, το δοχείον από τα δάκρυά μας;
6 Τους έθρεψες με δακρυοζύμωτο ψωμί, τους πότισες κούπες γεμάτες δάκρυα.

7 Μας κατέστησες δια τας αμαρτίας μας αντικείμενον εμπαιγμών εις τα γειτονικά μας έθνη. Οι δε εχθροί μας μας χλευάζουν και μας περιγελούν.
7 Λεία μάς έκανες, που οι γείτονές μας τη διεκδικούν· και μας περιγελούν οι εχθροί μας.

8 Κυριε και Θεέ των επουρανίων και επιγείων δυνάμεων, αποκατάστησέ μας εις την χώραν μας ελευθέρους και ασφαλείς. Γυρισε και δείξε ιλαρόν γεμάτο καλωσύνην το πρόσωπόν σου προς ημάς και ημείς θα σωθώμεν από τον εξαφανισμόν.
8 Φέρε μας πίσω, του σύμπαντος Θεέ, το βλέμμα σου ευνοϊκό ας πέσει πάνω μας και θα σωθούμε.

9 Τον λαόν του Ισραήλ, ωσάν πολύκαρπον ευλογημένην άμπελόν σου, μετέφερες από την Αίγυπτον εις την Παλαιστίνην. Εδιωξες από εκεί τα ειδωλολατρικά έθνη και την εφύτευσες και την ερρίζωσες εις αυτήν.
9 Αμπέλι από την Αίγυπτο ξερίζωσες· λαούς απόδιωξες κι εκεί το φύτεψες.

10 Ηνοιξες ενώπιόν της την οδόν από Αιγύπτου μέχρι Παλαιστίνης, την εφύτευσες με βαθειές ρίζες και εγέμισεν όλην την Παλαιστίνην.
10 Ετοίμασες το έδαφος για χάρη του, κι έτσι άπλωσες τις ρίζες του και γέμισε τη γη.

11 Η σκια της αμπέλου αυτής εκάλυψε τα όρη της χώρας και αι διακλαδώσεις της εσκέπασαν τας θεοφυτεύτους κέδρους του Λιβάνου.
11 Σκέπασε τα βουνά με τη σκιά του και τα κλαδιά του σκίασαν τους κέδρους τους γιγάντιους.

12 Ηυδόκησας και εξηπλώθησαν προς δυσμάς τα κλήματά της, μέχρι της Μεσογείου Θαλάσσης και προς ανατολάς οι κλάδοι της μέχρι του Ευφράτου και των παραποτάμων του.
12 Άπλωσε ως τη θάλασσα τις κληματόβεργές του κι ως το ποτάμι τα βλαστάρια του.

13 Διατί τώρα εκρήμνισες τον ολόγυρα φράκτην της, την προστασίαν σου, ώστε όλοι οι διερχόμενοι από την οδόν διαβάται να τρυγούν τους καρπούς της;
13 Γιατί έριξες τους φράχτες του και το τρυγάνε όλοι οι περαστικοί;

14 Φοβερός αγριόχοιρος, ο Ασσύριος, επέδραμεν από αβάτους δρυμούς και την κατέστρεψεν. Αγριος μονιός, περισσότερον φοβερός αγριόχοιρος, που ζη μόνος του, κατέφαγεν αυτήν.
14 Ο αγριόχοιρος του δάσους το ρημάζει· και το αποτρών’ τα ζώα του αγρού.

15 Ω Θεέ των ουρανίων και επιγείων δυνάμεων, στρέψε και πάλιν ιλαρόν το πρόσωπόν σου προς αυτήν. Ριξε ένα βλέμμα καλωσύνης και στοργής από τον ουράνιόν σου θρόνον και ίδε και επίσκεψαι την άμπελον αυτήν.
15 Θεέ του σύμπαντος, γύρνα λοιπόν και πάλι! Κοίτα απ’ τα ύψη τ’ ουρανού και δες κι έλα να επισκεφθείς αυτό το αμπέλι.

16 Επανάφερέ την εις την προτέραν θαλερότητα, την ασφάλειαν και την καρποφορίαν, αυτήν, την οποίαν εφύτευσεν η δεξιά σου. Επίβλεψε με ευμένειαν και στοργήν στον άνθρωπον εκείνον, στον οποίον συ έδωσες την ισχύν να άρχη επί του έθνους σου προς δόξαν του Ονόματός σου.
16 Και στέριωσε ό,τι φύτεψε η ευνοϊκή σου δύναμη –το γιο που τον κραταίωσες για σένα.

17 Η χώρα μας έχει κατακαή, έχει ανασκαφη. Οι Ισραηλίται κινδυνεύουν να χαθούν από τους ελέγχους και τας τιμωρίας του ωργισμένου προσώπου σου.
17 Τον κάψανε με τη φωτιά σαν αποκλάδι· ας ρημαχτούν μπρος στου προσώπου σου την απειλή.

18 Ας έλθη προστατευτική η παντοδύναμος χείρ σου στον άνδρα εκείνον, τον οποίον συ θα τιμήσης και θα θέσης αυτόν εκ δεξιών σου, και στον υιόν ανθρώπου τον οποίον ανέδειξες συ κραταιόν προς δόξαν του Ονόματός σου.
18 Ας είν’ το χέρι σου πάνω στον άντρα που ευνοείς, στο γιο τ’ ανθρώπου οπού για σένα τον κραταίωσες.

19 Υποσχόμεθα δε όλοι, ότι δεν θα απομακρυνθώμεν πλέον από σέ. Συ δε θα μας αναζωογονήσης και ημείς θα επικαλούμεθα το όνομά σου.
19 Κι εμείς πια δε θα φύγουμε μακριά σου· διατήρησέ μας ζωντανούς και τ’ όνομά σου θα φωνάζουμε.

20 Ω Κυριε και Θεέ των εν ουρανοίς και επί γης δυνάμεων, αποκατάστησέ μας ελευθέρους και ασφαλείς εις την χώραν μας, δείξε ιλαρόν το πρόσωπόν σου εις ημάς και ημείς θα διαφύγωμεν την τελείαν καταστροφήν.
20 Φέρε μας πίσω, Κύριε, του σύμπαντος Θεέ! Το βλέμμα σου ευνοϊκό ας πέσει πάνω μας, και θα σωθούμε.