ΨΑΛΜΟΣ 63 – Η ΝΙΚΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΠΑΝΩ ΣΤΟΥΣ ΚΑΚΟΓΛΩΣΣΟΥΣ

Κάθισμα 8

1 Εἰς τὸ τέλος· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.

2 Εἰσάκουσον, ὁ Θεός, τῆς φωνῆς μου, ἐν τῷ δέεσθαί με πρὸς σέ, ἀπὸ φόβου ἐχθροῦ ἐξελοῦ τὴν ψυχήν μου.

3 σκέπασόν με ἀπὸ συστροφῆς πονηρευομένων, ἀπὸ πλήθους ἐργαζομένων ἀδικίαν,

4 οἵτινες ἠκόνησαν ὡς ῥομφαίαν τὰς γλώσσας αὐτῶν, ἐνέτειναν τόξον αὐτῶν πρᾶγμα πικρὸν

5 τοῦ κατατοξεῦσαι ἐν ἀποκρύφοις ἄμωμον, ἐξάπινα κατατοξεύσουσιν αὐτὸν καὶ οὐ φοβηθήσονται.

6 ἐκραταίωσαν ἑαυτοῖς λόγον πονηρόν, διηγήσαντο τοῦ κρύψαι παγίδα, εἶπαν· τίς ὄψεται αὐτούς;

7 ἐξηρεύνησαν ἀνομίαν, ἐξέλιπον ἐξερευνῶντες ἐξερευνήσεις. προσελεύσεται ἄνθρωπος, καὶ καρδία βαθεῖα,

8 καὶ ὑψωθήσεται, ὁ Θεός. βέλος νηπίων ἐγενήθησαν αἱ πληγαὶ αὐτῶν,

9 καὶ ἐξησθένησαν ἐπ᾿ αὐτοὺς αἱ γλῶσσαι αὐτῶν. ἐταράχθησαν πάντες οἱ θεωροῦντες αὐτούς,

10 καὶ ἐφοβήθη πᾶς ἄνθρωπος. καὶ ἀνήγγειλαν τὰ ἔργα τοῦ Θεοῦ καὶ τὰ ποιήματα αὐτοῦ συνῆκαν.

11 εὐφρανθήσεται δίκαιος ἐν τῷ Κυρίῳ καὶ ἐλπιεῖ ἐπ᾿ αὐτόν, καὶ ἐπαινεθήσονται πάντες οἱ εὐθεῖς τῇ καρδίᾳ.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Ἡ διψασμένη καρδιά.
α2 Διαβάζεται μετά ἀπό κάθε πετυχημένη συμφωνία γιά νά εὐοδωθῆ τό μέλλον.
β Ὅταν καταδιώκεσαι σέ ἔρημο μή φοβηθῆς, ψάλλε τόν παρόντα Ψ. κατά τόν ὄρθρον.
γ Ὅταν δαγκωθῆ ὁ ἄνθρωπο ςἀπό λύκο, ἤ σκῦλο λυσσασμένο, τούς ἔδινε καί διαβασμένο νερό.
στ Ὅταν μᾶς συκοφαντοῦν καί μᾶς ἐπιβουλεύονται.
θ “Ἐν παραλήσει θρησκευτικῶν καθηκόντων.
Ἐν καταστάσει στενοχωρίας καί ἀδημονίας”.

Μετάφραση – Ερμηνεία

1 –
1 Στον πρωτοψάλτη. Ψαλμός του Δαβίδ.

2 Ακουσε και κάμε δεκτήν, Κυριε και Θεέ μου, την προσευχήν μου τώρα που δέομαι προς σε και ελευθέρωσε την ψυχήν μου από τον φόβον, που μου εμπνέει ο εχθρός μου.
2 ‘Aκουσε, Θεέ, της θρηνωδίας μου τη φωνή· από τον κίνδυνο του εχθρού φύλαξε τη ζωή μου.

3 Σκέπασέ με και προστάτευσέ με από τας μυστικάς συνωμοσίας των πονηρών ανθρώπων και από το πλήθος των κακών ανθρώπων, που συστηματικώς εργάζονται την αδικίαν.
3 Κρύψε με απ’ τις συνωμοσίες των κακούργων, απ’ των παράνομων τη σύναξη.

4 Ολοι αυτοί ηκόνησαν, ως μεγάλην μάχαιραν, τας γλώσσας των, ετέντωσαν το τόξον των και έθεσαν επάνω εις αυτό, δια να εκσφενδονίσουν εναντίον μου αντί βέλους λόγους πικρούς και συκοφαντικούς,
4 Ακόνισαν τη γλώσσα τους σαν ξίφος, κατεύθυναν τα βέλη τους λόγια πικρά,

5 δια να κατατοξεύσουν και κτυπήσουν υπούλως και κρυφίως τον άμεμπτον. Θέλουν αιφνιδιαστικώς να με κτυπήσουν χωρίς κανένα φόβον και δισταγμόν.
5 για να τοξεύουν στα κρυφά τον άψογο· άξαφνα του ρίχνουν με το τόξο και δε φοβούνται.

6 Εμελέτησαν, ετελειοποίησαν και ενίσχυσαν με κάθε τρόπον το πονηρόν σχέδιον μεταξύ των. Συνεννοήθησαν να μου στήσουν κρυφήν παγίδα και είπαν· Ποιός, άνθρωπος η ο Θεός, θα τους ίδη; Κανείς.
6 Αμετακίνητοι στο πονηρό τους έργο, συμβούλια κάνουν, πώς τις παγίδες τους να κρύψουν· και λεν: «Ποιος θα τις δει;»

7 Επενόησαν ποικίλους τρόπους δια το καταχθόνιον έργον των. Εξηντλήθησαν μελετώντες τας μηχανορραφίας των. Καθένας από αυτούς θα με πλησιάση με δολιότητα και μοχθηρίαν. Καταχθονία είναι η καρδία των, μέσα εις την οποίαν κρύπτονται αι πονηραί των προθέσεις.
7 Εγκλήματα σχεδιάζουν λέγοντας: «Είμαστε έτοιμοι· η δουλειά καλά μελετημένη». Ανεξερεύνητη η καρδιά κι η σκέψη κάθε ανθρώπου.

8 Τα σχέδιά των όμως δεν θα πραγματοποιηθούν. Θα υψωθή και θα νικήση ο κραταιός Θεός, ο προστάτης μου. Αι πληγαί, τας οποίας θα μου προξενήσουν, θα είναι ωσάν τας πληγάς, που προέρχονται από βέλη ριπτόμενα από νήπια.
8 Αλλά ο Θεός έριξε πάνω τους τα βέλη του και ξαφνικά βρεθήκαν πληγωμένοι.

9 Ητόνησαν και παρέλυσαν εις τα στόματά των, αι κομπορρημονούσαι γλώσσαι των. Ολοι, όσοι είδαν τας ενεργείας των και τας αποτυχίας των, εξεπλάγησαν.
9 ‘Aφησε να καταστραφούν από τη γλώσσα τους· όλοι όσοι τους βλέπουνε κουνάνε το κεφάλι.

10 Και κάθε άνθρωπος ιδών την συντριβήν των πονηρών σχεδίων των εφοβήθη και ευλαβήθη τον Θεόν. Ολοι δε διεκήρυξαν τα έργα της θαυμαστής προστασίας του Θεού, διότι κατενόησαν τα έργα αυτά ως έργα Κυρίου.
10 Όλοι οι άνθρωποι φοβήθηκαν, διαλάλησαν το έργο του Θεού και ό,τι έπραξε, καλά το καταλάβαν.

11 Καθε δε δίκαιος άνθρωπος, βλέπων τα μεγαλεία του Θεού, θα ευφρανθή εν Κυρίω και θα ελπίζη περισσότερον τώρα εις αυτόν. Ολοι οι ευθείς και ειλικρινείς άνθρωποι θα δοξασθούν από τον Θεόν και από τους συνανθρώπους των.
11 Στον Κύριο βρίσκει ο δίκαιος τη χαρά του, σ’ αυτόν και την ελπίδα του· όλες οι τίμιες καρδιές θα τον δοξάζουν.