ΨΑΛΜΟΣ 11 (12) – Ο ΛΟΓΟΣ ΤΟΥ ΚΥΡΙΟΥ Σ’ ΕΝΑ ΚΟΣΜΟ ΔΙΑΦΘΟΡΑΣ

Κάθισμα 2

1 Εἰς τὸ τέλος, ὑπὲρ τῆς ὀγδόης· ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.

2 Σῶσόν με, Κύριε, ὅτι ἐκλέλοιπεν ὅσιος, ὅτι ὠλιγώθησαν αἱ ἀλήθειαι ἀπὸ τῶν υἱῶν τῶν ἀνθρώπων.

3 μάταια ἐλάλησεν ἕκαστος πρὸς τὸν πλησίον αὐτοῦ, χείλη δόλια ἐν καρδίᾳ, καὶ ἐν καρδίᾳ ἐλάλησε κακά.

4 ἐξολοθρεύσαι Κύριος πάντα τὰ χείλη τὰ δόλια καὶ γλῶσσαν μεγαλοῤῥήμονα.

5 τοὺς εἰπόντας· τὴν γλῶσσαν ἡμῶν μεγαλυνοῦμεν, τὰ χείλη ἡμῶν παρ᾿ ἡμῖν ἐστι· τίς ἡμῶν Κύριός ἐστιν;

6 ἀπὸ τῆς ταλαιπωρίας τῶν πτωχῶν καὶ ἀπὸ τοῦ στεναγμοῦ τῶν πενήτων, νῦν ἀναστήσομαι, λέγει Κύριος· θήσομαι ἐν σωτηρίῳ, παῤῥησιάσομαι ἐν αὐτῷ.

7 τὰ λόγια Κυρίου λόγια ἁγνά, ἀργύριον πεπυρωμένον, δοκίμιον τῇ γῇ κεκαθαρισμένον ἑπταπλασίως.

8 σύ, Κύριε, φυλάξαις ἡμᾶς καὶ διατηρήσαις ἡμᾶς ἀπὸ τῆς γενεᾶς ταύτης καὶ εἰς τὸν αἰῶνα.

9 κύκλῳ οἱ ἀσεβεῖς περιπατοῦσι· κατὰ τὸ ὕψος σου ἐπολυώρησας τοὺς υἱοὺς τῶν ἀνθρώπων.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Μιά διάκριση πίστης.
α2 Σέ περιπτώσεις πανικοῦ.
Γιά νά φεύγουν οἱ δαίμονες.
β Ἀντιμετώπιση τῆς ὑπερηφάνειας καί κακίας πολλῶν ἀνθρώπων γιά νά μήν ὑπάρχη εὐσέβεια.
γ Γιά τρελλούς πού ἔχουν καί κακότητα καί κάνουν κακό στούς ἀνθρώπους.
ζ Γιά τήν Κυριακή
θ “Χαρακτῆρες καί ἰδιώματα τῶν ἀγαθῶν καί τῶν κακῶν ἀνθρώπων καί περί τῆς εὐτυχίας καί δυστυχίας αὐτῶν.

Μετάφραση – Ερμηνεία

1 –
1 Στον πρωτοψάλτη με το οκτάχορδο. Ψαλμός του Δαβίδ.

2 Σώσε μέ, Κυριε, από την κακίαν και τους κακούς, που με περιβάλλουν, διότι δεν έχει απομείνει πλέον άνθρωπος ενάρετος επάνω εις την γην. Σπάνιοι είναι οι ειλικρινείς και αληθινοί λόγοι μεταξύ των ανθρώπων.
2 Κύριε, βοήθα, γιατί αλλιώς ο γνήσιος πιστός σου θα χαθεί· λιγόστεψαν οι ειλικρινείς.

3 Λογια ψευδή και επιβλαβή ανταλλάσσει ο καθένας με τον πλησίον του. Από την αμαρτωλήν καρδίαν των βγαίνουν δια του στόματός των δολιότητες. Ογκος κακίας υπάρχει εις την καρδίαν των, την οποίαν εκφράζουν με πανουργίαν τα χείλη των.
3 Καθένας ψέματα στο διπλανό του λέει· μιλούν με λόγια απατηλά και με σκέψη διπλή.

4 Είθε να εξολοθρεύση ο Κυριος όλα τα δόλια και απατηλά χείλη, τας γλώσσας των διπροσώπων αυτών ανθρώπων, που καυχησιολογούν και κομπάζουν·
4 Ας καταστρέψει ο Κύριος το κάθε στόμα που απατά, τη γλώσσα που μεγάλα λέει λόγια.

5 όλους εκείνους, οι οποίοι είπαν· “θα δοξάσωμεν και θα αναδείξωμεν την γλώσσαν μας με την ευφράδειάν μας. Τα χείλη μας είναι εις την απόλυτον διάθεσίν μας. Ποιός είναι Κυριος επάνω από ημάς; Ημείς και κανείς άλλος”.
5 Αυτούς που λέν’: «Θα δοξαστούμε με τη γλώσσα μας, δικό μας είν’ το στόμα μας, ποιος μας εξουσιάζει;»

6 Εις την αλαζονείαν όμως και αφροσύνην αυτήν ο Κυριος απήντησεν· “εξ αιτίας της καταδυναστεύσεως των πτωχών από τους αμαρτωλούς πλουσίους, εξ αιτίας των στεναγμών των πενήτων, που καταπιέζονται, τώρα αμέσως θα εγερθώ, λέγει ο Κυριος, θα θέσω εις ασφαλή και σωτήριον τόπον τον καταπιεζόμενον πτωχόν και χάριν αυτού θα δείξω εις τα μάτια όλων την λαμπράν και ακατανίκητον δικαιοσύνην μου”.
6 «Τώρα θα έρθω εγώ», λέει ο Κύριος, «γιατί οι αβοήθητοι καταπιέζονται και οι φτωχοί στενάζουν· τη σωτηρία θα φέρω στους κατατρεγμένους».

7 Αυτά τα λόγια του Κυρίου, όπως και όλα τα λόγια του, είναι καθαρά, αγνά, απηλλαγμένα από κάθε ψεύδος, όμοια προς τον άργυρον που επυρακτώθη και εχωνεύθη στον κλίβανον της γης, και είναι τελείως καθαρός.
7 Τα λόγια του Κυρίου λόγια καθαρά, ασήμι ανόθευτο σε χωματένιο χωνευτήρι καθαρισμένο εφτά φορές.

8 Συ, Κυριε, είθε να μας προφυλάξης από τους κακούς και το κακόν, να μας διατηρήσης καθαρούς και αβλαβείς μέσα εις την πονηράν αυτήν γενεάν τώρα και στους αιώνας των αιώνων.
8 Κύριε, εσύ κρατάς το λόγο σου· απ’ τους αχρείους αυτούς θα μας φυλάς για πάντα.

9 Τριγύρω μας περιπατούν οι ασεβείς με δολιότητα. Συ όμως δεν αδιαφορείς δια τους υιούς των ανθρώπων. Οσον είναι το ύψος της δόξης σου, τόση είναι και η μεγάλη φροντίς και προσοχή σου δι’ αυτούς.
9 Κυκλοφορούν οι ασεβείς, κι η αχρειότητα χειροτερεύει στους ανθρώπους ανάμεσα.