ΨΑΛΜΟΣ 75 – ΣΤΗ ΣΙΩΝ Ο ΘΕΟΣ ΣΥΝΤΡΙΨΕ ΤΟΝ ΠΟΛΕΜΟ

Κάθισμα 10

1 Εἰς τὸ τέλος, ἐν ὕμνοις· ψαλμὸς τῷ Ἀσάφ, ᾠδὴ πρὸς τὸν Ἀσσύριον.

2 Γνωστὸς ἐν τῇ Ἰουδαίᾳ ὁ Θεός, ἐν τῷ Ἰσραὴλ μέγα τὸ ὄνομα αὐτοῦ.

3 καὶ ἐγενήθη ἐν εἰρήνῃ ὁ τόπος αὐτοῦ, καὶ τὸ κατοικητήριον αὐτοῦ ἐν Σιών·

4 ἐκεῖ συνέτριψε τὰ κράτη τῶν τόξων, ὅπλον καὶ ῥομφαίαν καὶ πόλεμον. (διάψαλμα).

5 φωτίζεις σὺ θαυμαστῶς ἀπὸ ὀρέων αἰωνίων·

6 ἐταράχθησαν πάντες οἱ ἀσύνετοι τῇ καρδίᾳ, ὕπνωσαν ὕπνον αὐτῶν καὶ οὐχ εὗρον οὐδὲν πάντες οἱ ἄνδρες τοῦ πλούτου ταῖς χερσὶν αὐτῶν.

7 ἀπὸ ἐπιτιμήσεώς σου, ὁ Θεὸς Ἰακώβ, ἐνύσταξαν οἱ ἐπιβεβηκότες τοῖς ἵπποις.

8 σὺ φοβερὸς εἶ, καὶ τίς ἀντιστήσεταί σοι; ἀπὸ τότε ἡ ὀργή σου.

9 ἐκ τοῦ οὐρανοῦ ἠκούτισας κρίσιν, γῆ ἐφοβήθη καὶ ἡσύχασεν

10 ἐν τῷ ἀναστῆναι εἰς κρίσιν τὸν Θεὸν τοῦ σῶσαι πάντας τοὺς πραεῖς τῆς γῆς. (διάψαλμα).

11 ὅτι ἐνθύμιον ἀνθρώπου ἐξομολογήσεταί σοι, καὶ ἐγκατάλειμμα ἐνθυμίου ἑορτάσει σοι.

12 εὔξασθε καὶ ἀπόδοτε Κυρίῳ τῷ Θεῷ ἡμῶν· πάντες οἱ κύκλῳ αὐτοῦ οἴσουσι δῶρα

13 τῷ φοβερῷ καὶ ἀφαιρουμένῳ πνεύματα ἀρχόντων, φοβερῷ παρὰ τοῖς βασιλεῦσι τῆς γῆς.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Ὁ Θεός εἶναι Κριτής.
α2 Γιά νά ἀποδώση ὁ Θεός δικαιοσύνη.
β Νά ἀποδείξεις ὅτι οἱ εἰδωλολάτρες καί αἱρετικοί δέν ἔχουν Θεογνωσία.
γ Σέ μητέρα πού φοβᾶται στήν γέννα της, γιά νά τήν ἐνθαρρύνει καί νά τήν προστατεύση ὁ Θεός.
στ Προσευχή πρός τόν Κύριον νά μᾶς ἀποκαλύπτεται παντοιοτρόπως, ἔτσι ὥστε νά φωτίζεται ὁ νοῦς καί ἡ καρδιά μας, καί νά βαδίζουμε στό δρόμο τοῦ θελήματός Του.
θ “Εὐχαριστία πρός τόν Θεόν τόν ἰσχυρόν, τόν βοηθόν καί σώζοντα”.
“Πρός δοξολογίαν καί ἐν γένει πρός λατρείαν τοῦ Θεοῦ ἐν οἷς ἐκτίθενται αἱ τοῦ Θεοῦ ἰδιότητες. Ἡ δύναμις, ἡ μεγαλειότης, ἡ δόξα καί ἄλλαι ἰδιότητές Του”.

Μετάφραση – Ερμηνεία

1 –
1 Για τον πρωτοψάλτη· με λαούτα. Ψαλμός του Ασάφ, άσμα.

2 Γνωστός είναι, ο Θεός εις την Ιουδαίαν, μέγα και πολυύμνητον είναι το Ονομά του μεταξύ των Ισραηλιτών.
2 Γνωστός στην Ιουδαία ο Θεός· στον Ισραήλ μεγάλο τ’ όνομά του.

3 Ειρήνη επεκράτησεν στον τόπον του, ειρήνη υπάρχει στο κατοικητήριόν του, εις την Σιών.
3 Στην Ιερουσαλήμ στήθηκε ο ναός του κι η κατοικία του στη Σιών.

4 Διότι εις την πόλιν και την χώραν αυτήν συνέτριψε τα πανίσχυρα τόξα των εχθρών, όπλα και ξίφη και πολεμικάς επιχειρήσεις.
4 Εκεί του τόξου σύντριψε τα βέλη, το ξίφος, την ασπίδα και τον πόλεμο. (Διάψαλμα)

5 Οπως ο ήλιος από τα αιωνόβια όρη σκορπίζει το φως του εις ανθρώπους, έτσι και συ, Κυριε, κατά θαυμαστόν τρόπον φωτίζεις με το φως της αληθείας τους καλοπροαίρετους.
5 Εσύ ‘σαι μεγαλόπρεπος, πιο επιβλητικός κι απ’ τα αιώνια τα βουνά.

6 Ολοι οι εχθροί σου και εχθροί μας, οι ασύνετοι κατά την καρδίαν Ασσύριοι εκοιμήθησαν τον αιώνιον ύπνον του θανάτου και όλοι αυτοί οι άνδρες, οι οποίοι επεθύμησαν να λαφυραγωγήσουν την Ιερουσαλήμ δια να πλουτίσουν, όταν απέθαναν, δεν είχαν εις τα χέρια των τίποτε από όσα είχαν επιθυμήσει.
6 Οι σκληροτράχηλοι λεηλατήθηκαν κι αποκοιμήθηκαν τον ύπνο του θανάτου· κι όλοι οι πολεμιστές δε βρήκαν δύναμη στα χέρια τους.

7 Μονον με μίαν ιδικήν σου επίπληξιν, ω Θεέ και Κυριε του Ισραηλιτικού λαού, κατελήφθησαν από υπνηλίαν και νάρκην, ανίκανοι να πολεμήσουν οι έφιπποι αυτοί εχθροί σου.
7 Από την απειλή σου, Θεέ του Ιακώβ, ναρκώθηκαν αμάξια κι άλογα.

8 Συ είσαι τρομερός· και ποιός δύναται να αντισταθή εις σε από την στιγμήν, κατά την οποίαν θα ανάψη η οργή σου;
8 Εσύ ‘σαι φοβερός· κι όταν οργίζεσαι, ποιος στέκεται μπροστά σου;

9 Από τον ουρανόν εβροντοφώνησες και έκαμες ακουστήν την δικαίαν καταδικαστικήν σου απόφασιν εναντίον των εχθρών. Η γη ολόκληρος εφοβήθη, η δε Ιουδαία ησύχασεν από τους πολέμους.
9 Από τον ουρανό άφησες ν’ ακουστεί η κρίση σου· η γη φοβήθηκε και σώπασε,

10 Διότι, συ ο Κυριος, ηγέρθης εις καταδίκην των εχθρών σου, δια να σώσης όλους τους πραείς και ταπεινούς δούλους της χώρας, ημάς τους Ιουδαίους.
10 όταν σηκώθηκε ο Θεός να κρίνει, για να σώσει όλους τους δύστυχους της γης. (Διάψαλμα)

11 Ετσι δε κάθε ανθρωπίνη σκέψις και καρδία, όχι μόνον των πιστών εις σε αλλά και αυτών ακόμη των εχθρών σου, θα έχη μεταστραφή εις δοξολογίαν σου· και τα υπολείμματα ακόμη των πικρών αναμνήσεων, όπως και οι απομένοντες εχθροί, θα πανηγυρίσουν προς δόξαν σου.
11 Ακόμα κι η μανία των ανθρώπων σε ύμνο μετατρέπεται για σένα· κι όσοι απ’ αυτήν ξεφεύγουν, σαν διάδημα θα σε κοσμούν.

12 Σεις, λοιπόν, οι ευσεβείς Ιουδαίοι, κάμετε τάματα προς τον Κυριον και αποδώσατέ τα προς αυτόν ως χρέος οφειλόμενον. Και όλοι επίσης οι γύρω από την χώραν του λαοί θα προσφέρουν δώρα προς αυτόν.
12 Τάματα κάντε κι εκπληρώστε τα στον Κύριο, το Θεό σας, όλοι εσείς οι γύρω του φέρτε δώρα στον τρομερό,
.
13 Προς τον φοβερόν Κυριον, ο οποίος αφαιρεί την αναπνοήν και ζωήν των αρχόντων, στον φοβερόν δι’ όλους τους βασιλείς της γης.
13 σ’ αυτόν που κόβει τον αέρα των αρχόντων, και τον φοβούνται οι βασιλιάδες της γης