ΨΑΛΜΟΣ 42 – ΔΙΚΑΙΩΣΕ ΜΕ ΘΕΕ

Κάθισμα 6

Ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.

1 Κρῖνόν με, ὁ Θεός, καὶ δίκασον τὴν δίκην μου ἐξ ἔθνους οὐχ ὁσίου· ἀπὸ ἀνθρώπου ἀδίκου καὶ δολίου ῥῦσαί με.

2 ὅτι σὺ εἶ ὁ Θεὸς κραταίωμά μου· ἱνατί ἀπώσω με; καὶ ἱνατί σκυθρωπάζων πορεύομαι ἐν τῷ ἐκθλίβειν τὸν ἐχθρόν μου;

3 ἐξαπόστειλον τὸ φῶς σου καὶ τὴν ἀλήθειάν σου· αὐτά με ὡδήγησαν καὶ ἤγαγόν με εἰς ὄρος ἅγιόν σου καὶ εἰς τὰ σκηνώματά σου.

4 καὶ εἰσελεύσομαι πρὸς τὸ θυσιαστήριον τοῦ Θεοῦ, πρὸς τὸν Θεὸν τὸν εὐφραίνοντα τὴν νεότητά μου· ἐξομολογήσομαί σοι ἐν κιθάρᾳ, ὁ Θεός, ὁ Θεός μου.

5 ἱνατί περίλυπος εἶ, ἡ ψυχή μου; καὶ ἱνατί συνταράσσεις με; ἔλπισον ἐπὶ τὸν Θεόν, ὅτι ἐξομολογήσομαι αὐτῷ· σωτήριον τοῦ προσώπου μου καὶ ὁ Θεός μου.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Ἡ ἐπιθυμία γιά τόν Θεό.
α2 Γιά νά ἐλευθερωθοῦν οἱ δαιμονισμένοι.
β Ὅταν ἐπιμένουν οἱ ἐχθροί νά σέ κακοποιήσουν.
Γιά νά ἐνθυμῆσαι τίς εὐεργεσίες τοῦ Θεοῦ πού εἶναι ἀγαθός, οἱ δέ ἄνθρωποι ἀχάριστοι.
γ Γιά νά ἐλευθεωθοῦν οἱ αἰχμάλωτοι ἀπό τίς φυλακές τοῦ ἐχθρικοῦ ἔθνους.
δ Ὅταν νοιώθης μόνος καί ἀπογοητευμένος.

Μετάφραση – Ερμηνεία

Ψαλμὸς τῷ Δαυΐδ.

1 Κυριε και Θεέ μου, συ ο δίκαιος κριτής, κάμε την δικαίαν υπέρ εμού κρίσιν σου, δίκασε την υπόθεσίν μου εναντίον ενός έθνους ανοσίου και ξένου προς σέ. Γλύτωσέ με και σώσε με από κάθε άδικον και δόλιον άνθρωπον.
1 Δικαίωσέ με, Θεέ, πάρε το μέρος μου ενάντια σ’ ένα έθνος ανελέητο· απ’ τον απατεώνα γλίτωσέ με κι απ’ τον παράνομο.

2 Διότι συ, ω Θεέ μου, είσαι η κραταιά προστασία μου και δύναμις. Διατί φαίνεται, σαν να με απώθησες από κοντά σου; Διατί με εγκατέλειψες, ώστε εγώ να διέρχομαι τας ημέρας μου σκυθρωπός και θλιμμένος, καθ’ ον χρόνον με καταβαρύνει και με καταπατεί ο εχθρός μου;
2 Αφού εσύ, Θεέ, είσαι η δύναμή μου γιατί μ’ έδιωξες; γιατί να ζω με λύπη κάτω απ’ την καταπίεση του εχθρού;

3 Στείλε το λυτρωτικόν και χαρμόσυνον ιδικόν σου φως. Δείξε γρήγορα την αλήθειάν σου, τήρησε τας υποσχέσεις σου περί της σωτηρίας μου. Το ιδικόν σου φως και η αλήθειά σου με ωδήγησαν ασφαλώς και θα με φέρουν στο άγιον όρος, εις τα σκηνώματα τα ιδικά σου.
3 Στείλε το φως και την αλήθεια σου αυτά να μ’ οδηγούν· στο άγιο σου βουνό για να με φέρουν εκεί που κατοικείς.

4 Θα εισέλθω στο θυσιαστήριον του Θεού μου, θα παρουσιασθώ προς τον Θεόν μου, ο οποίος ευφραίνει και ανακαινίζει την νεότητά μου. Θα σε δοξολογήσω με ύμνους κιθάρας, ω Κυριέ μου και Θεέ μου.
4 Θα φτάσω ως το θυσιαστήριό σου, σ’ εσέ τον ίδιο, Θεέ της ευτυχίας μου και της χαράς μου· και με κιθάρα θα σε υμνολογώ, Θεέ, Θεέ μου.

5 Λοιπόν, διατί, ω ψυχή μου, είσαι περίλυπος; Διατί με συνταράσσεις και με συγκλονίζεις; Στήριξε τας ελπίδας σου στον Θεόν, διότι αυτός ασφαλώς θα έλθη βοηθός σου, και τότε θα δοξολογήσω αυτόν, ο οποίος είναι η σωτηρία μου και ο Θεός μου.
5 Ψυχή μου, γιατί λυπάσαι και μ’ αναστατώνεις; Έλπιζε στο Θεό· θα τον υμνήσω πάλι, της ύπαρξής μου το σωτήρα και Θεό μου.