ΨΑΛΜΟΣ 85 – ΚΥΡΙΕ Σ’ ΕΠΙΚΑΛΟΥΜΑΙ ΣΤΗ ΘΛΙΨΗ ΜΟΥ

Κάθισμα 12

Προσευχὴ τῷ Δαυΐδ.

1 Κλῖνον, Κύριε, τὸ οὖς σου καὶ ἐπάκουσόν μου, ὅτι πτωχὸς καὶ πένης εἰμὶ ἐγώ.

2 φύλαξον τὴν ψυχήν μου, ὅτι ὅσιός εἰμι· σῶσον τὸν δοῦλόν σου, ὁ Θεός μου, τὸν ἐλπίζοντα ἐπὶ σέ.

3 ἐλέησόν με, Κύριε, ὅτι πρὸς σὲ κεκράξομαι ὅλην τὴν ἡμέραν.

4 εὔφρανον τὴν ψυχὴν τοῦ δούλου σου, ὅτι πρὸς σέ, Κύριε, ἦρα τὴν ψυχήν μου.

5 ὅτι σύ, Κύριε, χρηστὸς καὶ ἐπιεικὴς καὶ πολυέλεος πᾶσι τοῖς ἐπικαλουμένοις σε.

6 ἐνώτισαι, Κύριε, τὴν προσευχήν μου καὶ πρόσχες τῇ φωνῇ τῆς δεήσεώς μου.

7 ἐν ἡμέρᾳ θλίψεώς μου ἐκέκραξα πρὸς σέ, ὅτι ἐπήκουσάς μου.

8 οὐκ ἔστιν ὅμοιός σοι ἐν θεοῖς, Κύριε, καὶ οὐκ ἔστι κατὰ τὰ ἔργα σου.

9 πάντα τὰ ἔθνη, ὅσα ἐποίησας, ἥξουσι καὶ προσκυνήσουσιν ἐνώπιόν σου, Κύριε, καὶ δοξάσουσι τὸ ὄνομά σου.

10 ὅτι μέγας εἶ σὺ καὶ ποιῶν θαυμάσια, σὺ εἶ Θεὸς μόνος.

11 ὁδήγησόν με, Κύριε, ἐν τῇ ὁδῷ σου, καὶ πορεύσομαι ἐν τῇ ἀληθείᾳ σου· εὐφρανθήτω ἡ καρδία μου τοῦ φοβεῖσθαι τὸ ὄνομά σου.

12 ἐξομολογήσομαί σοι, Κύριε ὁ Θεός μου, ἐν ὅλῃ καρδίᾳ μου, καὶ δοξάσω τὸ ὄνομά σου εἰς τὸν αἰῶνα.

13 ὅτι τὸ ἔλεός σου μέγα ἐπ᾿ ἐμὲ καὶ ἐῤῥύσω τὴν ψυχήν μου ἐξ ᾅδου κατωτάτου.

14 ὁ Θεός, παράνομοι ἐπανέστησαν ἐπ᾿ ἐμέ, καὶ συναγωγὴ κραταιῶν ἐζήτησαν τὴν ψυχήν μου καὶ οὐ προέθεντό σε ἐνώπιον αὐτῶν.

15 καὶ σύ, Κύριε ὁ Θεός μου, οἰκτίρμων καὶ ἐλεήμων, μακρόθυμος καὶ πολυέλεος καὶ ἀληθινός.

16 ἐπίβλεψον ἐπ᾿ ἐμὲ καὶ ἐλέησόν με, δὸς τὸ κράτος σου τῷ παιδί σου καὶ σῶσον τὸν υἱὸν τῆς παιδίσκης σου.

17 ποίησον μετ᾿ ἐμοῦ σημεῖον εἰς ἀγαθόν, καὶ ἰδέτωσαν οἱ μισοῦντές με καὶ αἰσχυνθήτωσαν, ὅτι σύ, Κύριε, ἐβοήθησάς μοι καὶ παρεκάλεσάς με.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Εὐχαριστία καί προσευχή.
α2 Γιά τήν χάραξη μιᾶς σωστῆς πορείας μέσα στή ζωῆς.
β Ὅταν ἐχθροί κυκλώνουν τήν ψυχή σου.
γ Γιά νά σώση ὁ Θεός τόν κόσμο, ὅταν πέφτη χολέρα στούς ἀνθρώπους καί πεθαίνουν.
ε “Διδάσκει πῶς πρέπει νά προσεύχεται κάθε ἄνθρωπος, ὁπού εὑρίσκεται εἰς ἀνάγκας”.
θ “Ἔκφρασις ἐλπίδος πρός τόν Θεό ἐν περιπτώσει δεινῶν περιπετειῶν καί θλίψεων”.

Μετάφραση – Ερμηνεία

Προσευχὴ τῷ Δαυΐδ.

1 Κλίνε, Κυριε, το αυτί σου εις τα λόγια μου. Ακουσε με ευμένειαν την προσευχήν μου, διότι εγώ είμαι πτωχός και δυστυχής.
1 Προσευχή του Δαβίδ. Με προσοχή άκουσε, Κύριε, κι απάντησέ μου, έτσι ταπεινωμένος που είμαι και φτωχός.

2 Προφύλαξε την ζωήν μου από τους θανασίμους κινδύνους, διότι εις σε είμαι αφιερωμένος· ιδικός σου είμαι, Κυριε. Σώσε εμέ τον δούλον σου, ω Θεέ μου, ο οποίος έχω στηρίξει εις σε τας ελπίδας μου.
2 Φύλαξε την ψυχή μου, γιατί εγώ σου είμαι πιστός· Θεέ μου, εσύ, σώσε το δούλο σου, που αφήνεται σ’ εσένα.

3 Ελέησέ με, Κυριε, διότι δεν έπαυσα όλην την ημέραν να κράζω μετά πίστεως προς σέ.
3 Δώσ’ μου το έλεός σου, Κύριε· σ’ εσένα όλη τη μέρα κράζω.

4 Γέμισε με χαράν και ευφροσύνην, την καρδίαν του δούλου σου, διότι προς σε εγώ ύψωσα την ψυχήν μου και εναπέθεσα την ζωήν μου.
4 Δώσε χαρά στο δούλο σου, γιατί σ’ εσένα, Κύριε, προσεύχομαι.

5 Διότι συ, Κυριε, είσαι ευεργετικός και αγαθός, επιεικής και πολυέλεος προς όλους εκείνους, οι οποίοι σε επικαλούνται με θερμήν προσευχήν.
5 Κύριε, είσαι καλός κι επιεικής συνάμα· και πολυεύσπλαχνος σ’ όλους που σε φωνάζουν.

6 Ακουσε, Κυριε, την προσευχήν μου, δώσε προσοχήν εις την φωνήν της δεήσεώς μου.
6 Δέξου την προσευχή μου, Κύριε, πρόσεξε τη φωνή της δέησής μου.

7 Και άλλοτε, εις περίοδον θλίψεώς μου, έκραξα δια της προσευχής μου προς σε και με ήκουσες. Ετσι και τώρα, Κυριε, κάμε δεκτήν την προσευχήν μου.
7 Στης θλίψης μου τη μέρα σ’ επικαλούμαι γιατί θα μου αποκριθείς.

8 Κανένας από τους θεούς των ειδωλολατρικών λαών δεν ημπορεί να συγκριθή με σένα, Κυριε. Κανένα έργον αυτών δεν ημπορεί να συγκριθή με τα ιδικά σου πανθαύμαστα έργα.
8 Θεός μ’ εσένα όμοιος, Κύριε, δεν υπάρχει· κι έργο κανένα δε συγκρίνεται με τα δικά σου τα έργα.

9 Ολα τα έθνη, τα οποία συ εδημιούργησες, και αυτά τα ειδωλολατρικά, θα έλθουν και θα προσκυνήσουν ενώπιόν σου. Κυριε, και θα δοξολογήσουν το Ονομά σου.
9 Όλοι οι λαοί που έκανες θα ’ρθούν να προσκυνήσουν μπρος σου, Κύριε· και θα δοξολογήσουν τ’ όνομά σου.

10 Διότι συ είσαι μέγας και κάνεις πάντοτε έργα άξια παντός θαυμασμού. Συ είσαι ο μόνος αληθινός και τέλειος Θεός.
10 Γιατί εσύ είσαι μέγας και κάνεις έργα θαυμαστά· Θεός εσύ ’σαι μόνο.

11 Οδήγησέ με, Κυριε, στον δρόμον των εντολών σου και εγώ θα πορεύωμαι και θα φέρωμαι σύμφωνα με την αλήθειάν σου. Θα ευφρανθή η καρδία μου πλημμυρισμένη με τον ιερόν σεβασμόν προς το Ονομά σου.
11 Το δρόμο σου, Κύριε, δίδαξέ με, και πάνω στην αλήθεια σου θα περπατώ· κάνε να χαίρεται η καρδιά μου στου ονόματός σου το σεβασμό.

12 Θα σε δοξολογώ, Κυριε και Θεέ μου, με όλην μου την καρδίαν και θα δοξάζω πάντοτε το πανένδοζον Ονομά σου.
12 Θα σ’ εξυμνώ, Κύριε και Θεέ μου, μ’ όλη μου την καρδιά· κι αιώνια θα δοξάζω τ’ όνομά σου.

13 Διότι μέγα είναι το έλεος, που έδειξες προς εμέ, αφού έσωσες την ζωήν μου από βέβαιον θάνατον, από αυτόν τον βαθύτατον άδην.
13 Η ευσπλαχνία σου για μένα είναι μεγάλη· έσωσες τη ζωή μου από βέβαιο θάνατο.

14 Ω Θεέ μου, άνθρωποι παράνομοι επανεστάτησαν εναντίον μου και συμμορία ισχυρών ανδρών εζήτησαν να μου αφαιρέσουν την ζωήν, και δεν έλαβαν καθόλου υπ’ όψιν των σέ, τον δίκαιον Θεόν.
14 Θεέ, εναντίον μου ξεσηκωθήκαν αλαζόνες, και συμμαχία τυράννων το θάνατό μου θέλησε, αυτοί που δε σε υπολογίζουν.

15 Συ όμως, Κυριε και Θεέ μου, είσαι ευσπλαγχνικός, ελεήμων, μακρόθυμος, πολυέλεος και αληθινός πάντοτε εις όσα λέγεις.
15 Εσύ, όμως, Κύριε, είσαι Θεός όλο ευσπλαχνία και συμπάθεια, ανεκτικός, γεμάτος καλοσύνη και πιστότητα.

16 Ριψε, λοιπόν, ευμενές βλέμμα εις εμέ και ελέησέ με. Δώσε την δύναμίν σου εις εμέ τον δούλον σου και σώσε εμέ, τον υιόν της δούλης σου, της μητρός μου.
16 Ρίξε το βλέμμα σου σ’ εμένα, γίνε μου σπλαχνικός, δώσε στο δούλο σου τη δύναμή σου και σώσε το παιδί της δούλης σου.

17 Καμε προς σωτηρίαν μου έκτακτον θαύμα, ας το ίδουν αυτοί, οι οποίοι με μισούν και ας κατεντροπιασθούν, διότι συ, Κυριε, πράγματι με εβοήθησες εις την θλίψιν μου και με παρηγόρησες.
17 Δείξε μου ένα σημάδι της καλοσύνης σου· και σαν το δουν αυτοί που με μισούνε θα ντροπιαστούν· γιατί εσύ, Κύριε, με βοήθησες και μ’ ανακούφισες.