ΨΑΛΜΟΣ 4 – Η ΥΠΟΣΤΗΡΙΞΗ ΤΟΥ ΘΕΟΥ ΕΝΑΝΤΙΑ ΣΤΙΣ ΨΕΥΤΙΚΕΣ ΚΑΤΗΓΟΡΙΕΣ

Κάθισμα 1

1 Εἰς τὸ τέλος, ἐν ψαλμοῖς· ᾠδὴ τῷ Δαυΐδ.

2 Ἐν τῷ ἐπικαλεῖσθαί με εἰσήκουσάς μου, ὁ Θεὸς τῆς δικαιοσύνης μου· ἐν θλίψει ἐπλάτυνάς με. οἰκτείρησόν με καὶ εἰσάκουσον τῆς προσευχῆς μου.

3 υἱοὶ ἀνθρώπων, ἕως πότε βαρυκάρδιοι; ἱνατί ἀγαπᾶτε ματαιότητα καὶ ζητεῖτε ψεῦδος; (διάψαλμα).

4 καὶ γνῶτε ὅτι ἐθαυμάστωσε Κύριος τὸν ὅσιον αὐτοῦ· Κύριος εἰσακούσεταί μου ἐν τῷ κεκραγέναι με πρὸς αὐτόν.

5 ὀργίζεσθε, καὶ μὴ ἁμαρτάνετε· ἃ λέγετε ἐν ταῖς καρδίαις ὑμῶν, ἐπὶ ταῖς κοίταις ὑμῶν κατανύγητε. (διάψαλμα).

6 θύσατε θυσίαν δικαιοσύνης καὶ ἐλπίσατε ἐπὶ Κύριον.

7 πολλοὶ λέγουσι· τίς δείξει ἡμῖν τὰ ἀγαθά; Ἐσημειώθη ἐφ᾿ ἡμᾶς τὸ φῶς τοῦ προσώπου σου, Κύριε.

8 ἔδωκας εὐφροσύνην εἰς τὴν καρδίαν μου· ἀπὸ καρποῦ σίτου, οἴνου καὶ ἐλαίου αὐτῶν ἐπληθύνθησαν.

9 ἐν εἰρήνῃ ἐπὶ τὸ αὐτὸ κοιμηθήσομαι καὶ ὑπνώσω, ὅτι σύ, Κύριε, κατὰ μόνας ἐπ᾿ ἐλπίδι κατῴκισάς με.

Ερμηνείες Ψαλμού

α1 Μιά προσευχή γιά τήν νύχτα.
α2 Πρίν ἀπό τόν ὕπνο. Γιά μιά δύσκολη βραδιά. Γιά τήν ψυχική ἡρεμία.
β Γιά τήν εὐχαριστία ἐπειδή σέ βοήθησε ὁ Θεός ὅταν σέ καταδίωκαν.
γ Γιά νά θεραπεύσῃ ὁ Θεός τούς εὐαίσθητους ἀνθρώπους, πού ἀρρώστησαν ἀπό μελαγχολία ἀπό τή συμπεριφορά τῶν σκληροκάρδιων ἀνθρώπων.
ε “Ἁρμόζει εἰς κάθε Χριστιανόν, ὁπού ἐλευθερωθῇ ἀπό κινδύνους”.
ζ Ἑσπερινή προσευχή.
Προσεχή ἀπευθυνθεῖσα μετά ἀπό τήν ἀπομάκρυση τοῦ κινδύνου.
Φαίνεται ἡ έλπίδα καί ἡ περιποίηση στό Θεό.
Ἡ ὑψίστη χαρά προέρχεται ἀπό τήν μετά τοῦ Θεοῦ ἐπικοινωνία.

Μετάφραση – Ερμηνεία

1 Εἰς τὸ τέλος, ἐν ψαλμοῖς· ᾠδὴ τῷ Δαυΐδ.
1 Στον πρωτοψάλτη, με λαούτο. Ψαλμός του Δαβίδ.

2 Κυριε ο Θεός, συ με προστατεύεις και αποδίδστο δίκαιόν μου. Οσες φορές προηγουμένως δια της προσευχής σε είχα επικαλεσθή με ήκουσες. Διέλυσες την ψυχικήν μου στενοχωρίαν και έδωσες άνεσιν εις την ψυχήν μου. Και τώρα σπλαγχνίσου μέ, Κυριε· άκουσε και κάμε δεκτήν την προσευχήν μου.
2 Στην ικεσία μου αποκρίσου, Θεέ, που κάνεις για μένα ό,τι είναι δίκαιο. Στη θλίψη με ανακούφισες. Ελέησέ με τώρα και πρόσεξε την προσευχή μου.

3 Ω σεις οι άνθρωποι, που με εχθρεύεσθε, έως πότε θα έχετε σκληράν την καρδίαν σας; Διατί αγαπάτε να διαδίδετε εις βάρος μου ματαίας και ανυποστάτους κατηγορίας και επιζητείτε πάντοτε νέα ψεύδη εναντίον μου;
3 Ω, εσείς σπουδαίοι, ως πότε θα βλασφημείτε τη δόξα μου; Γιατί αγαπάτε τα μηδαμινά, το ψέμα κυνηγάτε; (Διάψαλμα)

4 Μαθετε όμως ότι ο Κυριος κατά θαυμαστόν τρόπον με επροστάτευσεν στο παρελθόν, εμέ τον αφωσιωμένον εις αυτόν. Και τώρα θα εισακούση ο Κυριος την προσευχήν μου, καθώς με όλην μου την ψυχήν κράζω προς αυτόν.
4 Μάθετε ότι ο Κύριος στην πρώτη θέση μ’ έβαλε, όπως και κάθε γνήσιο πιστό του· ο Κύριος μ’ ακούει όταν βοήθεια του ζητώ.

5 Σεις οι εχθροί μου, ας οργιζεσθε επί τέλους εναντίον μου· μη αμαρτάνετε όμως και εναντίον του Θεού. Οσα κακά σχέδια μελετάτε εις τας καρδίας σας και καταστρώνετε εναντίον μου, όταν κοιμάσθε μόνοι σας το εσπέρας, επανεξετάσατέ τα, συντριβήτε δι’ αυτά και μετανοήσατε.
5 Να οργιστείτε αλλά μην αμαρτήσετε.#Να… αμαρτήσετε. ʼλλη μετ.: Σεβαστείτε τον Κύριο και δε θα αμαρτάνετε. συλλογιστείτε στο κρεβάτι σας και ησυχάστε. (Διάψαλμα)

6 Προσφέρετε θυσίας προς τον Θεόν, αι οποίαι να συνοδεύωνται από τα έργα της δικαιοσύνης. Και τώρα στηρίξατε και σεις τας ελπίδας σας στον Θεόν.
6 Προσφέρτε τις θυσίες που του πρέπουν κι έχετε την εμπιστοσύνη σας στον Κύριο.

7 Πολλοί από σας λέγουν· “ποιός θα δείξη εις ημάς και θα δώση τα αγαθά;” Εις ημάς όμως, Κυριε, που πιστεύομεν εις σέ, έλαμψε το φως του προσώπου σου και εδοκιμάσαμεν χαράν.
7 Λένε πολλοί: «Ποιος θα μας δείξει το καλό; Χάθηκε, Κύριε, η χαρά που ‘δινε η παρουσία σου».

8 Εγέμισες την ίδικήν μου καρδίαν από χαράν και αγαλλίασιν, την οποίαν δεν δοκιμάζουν ποτέ οι αμαρτωλοί αντίπαλοί μου, μολονότι είναι γεμάτοι από τους καρπούς της γης, από σίτον, οίνον και έλαιον.
8 Σ’ εμένα όμως έδωσες χαρά, πιότερο απ’ αυτήν που έχουν εκείνοι, όταν πληθαίνουν τα γεννήματα και τα κρασιά τους.

9 Εγώ όμως με την ελπίδα μου στερεάν προς σε θα κοιμηθώ ήσυχος και ειρηνικός, θα χορτάσω τον ύπνον, διότι συ Κυριε, αν και εγώ είμαι τώρα εγκαταλελειμμένος και μόνος, μου παρέχεις την προστασίαν σου, υπό την σκέπην της οποίας κατοικώ γεμάτος ελπίδα προς σέ.
9 Πλαγιάζω με ειρήνη και θ’ αποκοιμηθώ, γιατί μόνο εσύ, Κύριε, κάνεις με σιγουριά να ζω.